Μετάβαση στο περιεχόμενο

άριστος

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ἄριστος, Αρίστος
 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο άριστος η άριστη
& αρίστη
το άριστο
      γενική του άριστου
& αρίστου
της άριστης
& αρίστης
του άριστου
& αρίστου
    αιτιατική τον άριστο την άριστη
& αρίστη
το άριστο
     κλητική άριστε άριστη
& αρίστη
άριστο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι άριστοι οι άριστες τα άριστα
      γενική των άριστων
& αρίστων
των άριστων
& αρίστων
των άριστων
& αρίστων
    αιτιατική τους άριστους
& αρίστους
τις άριστες τα άριστα
     κλητική άριστοι άριστες άριστα
Οι δεύτεροι τύποι, λόγιοι, όπως στην αρχαία κλίση.
Κατηγορία όπως «μέγιστoς» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
άριστος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἄριστος υπερθετικός βαθμός του ἀγαθός [1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈa.ɾi.stos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: άριστος

Επίθετο

[επεξεργασία]

άριστος, -η, -ο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]