ένθα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ένθα < αρχαία ελληνική ἔνθα
Επίρρημα
[επεξεργασία]ένθα (τοπικό)
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ένθα
|
![]() |
ένθα (τοπικό)
|