Μετάβαση στο περιεχόμενο

έριδα

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Έριδα, ἔριδα
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η έριδα οι έριδες
      γενική της έριδας των ερίδων
& έριδων
    αιτιατική την έριδα τις έριδες
     κλητική έριδα έριδες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
έριδα < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἔρις[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈe.ɾi.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: έριδα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

έριδα θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]