ήβαλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἢβαλα, ίβαλα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ήβαλα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἢβαλα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

ήβαλα