ήλθον, είδον, ενίκησα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ήλθον, είδον, ενίκησα < ελληνιστική κοινή ἦλθον, εἶδον, ἐνίκησα ((μεταφραστικό δάνειο) λατινική veni, vidi, vici)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈil.θon ˈi.ðon eˈni.ci.sa/

Έκφραση[επεξεργασία]

ήλθον, είδον, ενίκησα

  1. λακωνική αφήγηση του Ιούλιου Καίσαρα, με την οποία ανήγγειλε τη νίκη του εναντίον του βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη
  2. η φράση χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε γρήγορη και εύκολη επιτυχία

Μεταφράσεις[επεξεργασία]