Μετάβαση στο περιεχόμενο

αέρας κοπανιστός

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αέρας κοπανιστός <  δείτε τις λέξεις αέρας και κοπανιστός  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Έκφραση

[επεξεργασία]

αέρας κοπανιστός

  • ενέργεια ή υποσχέσεις χωρίς ουσία ή κέρδος
    παράδειγμα  Πασχίζαμε άδικα και πήραμε αέρα κοπανιστό. Ήταν λόγια του αέρα.
      Αν πετύχουν, ο αγέρας γίνεται πνοή, πνεύμα, και «όπου θέλει πνει». Αν αποτύχουν, ήταν αέρας κοπανιστός. (Βασίλης Κατσικονούρης, Η ρωγμή των 7:45 μ.μ., εκδόσεις Καστανιώτη, 2016)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]