ἀγάλλω

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από αγάλλω)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  ἀγάλλω   ἀγάλλομαι 
Παρατατικός  ἤγαλλον   ἠγαλλόμην 
Μέλλοντας  ἀγαλῶ   ----(*)---- 
Αόριστος  ἤγηλα   ἠγάλθην 
Παρακείμενος  ----(*)----   ----(*)---- 
Υπερσυντέλικος  ----(*)----   ----(*)---- 
Συντελ.Μέλλ.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀγάλλω α) < ἀγαλός (με μετάθεση του γράμματος λ από το ἀγλαός: ἀγαλ + j + ω και με αφομοίωση του j σε λ > ἀγάλλω.
ἀγάλλω β) < ἄγαν (άλλη άποψη) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀγάλλω

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Ελλιπές ρήμα: ο παρατατικός, μέλλων και αόριστος είναι μεταγενέστεροι, με συνέπεια το ρήμα να συμπληρώνεται με διάφορες περιφράσεις συγγενών ρηματικών τύπων π.χ. περιχαρής γίγνομαι. Για πρώτη φορά απαντά στον Όμηρο, ενώ στην ιστορική γραμματεία αναφέρεται από τον Πλάτωνα (Νόμοι 931γ) και τον Θουκυδίδη (2, 44) κ.ά.

Πηγές[επεξεργασία]