αγαλαξία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγαλαξία οι αγαλαξίες
      γενική της αγαλαξίας των αγαλαξιών
    αιτιατική την αγαλαξία τις αγαλαξίες
     κλητική αγαλαξία αγαλαξίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αγαλαξία < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική agalaxia < ελληνιστική κοινή ἀγάλαξ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αγαλαξία θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]