αγαπημένα
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
αγαπημένα < μετοχή παρακειμένου του αγαπιέμαι, παθητικού του αγαπώ
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.ɣa.pi.ˈmɛ.na/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αγαπημένα ουδέτερο (στον πληθυντικό)
- ουσιαστικοποιημένη μετοχή, από τον πληθυντικό του ουδετέρου της μετοχής παραθητικού παρακειμένου του ρήματος αγαπώ
- τα bookmarks, οι σελιδοδείκτες στο διαδίκτυο, οι ιστοσελιδες που κάποιος σημειώνει για να επισκέπτεται συχνά χωρις να χρειάζεται να τις αναζητεί
Επίρρημα[επεξεργασία]
αγαπημένα
- με στοργή, χωρίς αντιπαραθέσεις
- Να παίζετε αγαπημένα. Μην τσακώνεστε
Κλιτή μορφή μετοχής[επεξεργασία]
αγαπημένα
- ουδέτερο του αγαπημένος, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού