αγγειολόγε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
αγγειολόγε αρσενικό ή θηλυκό
- κλητική ενικού του αγγειολόγος