αγγελοφτιαγμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αγγελοφτιαγμένος < άγγελος + φτιαγμένος
Μετοχή[επεξεργασία]
αγγελοφτιαγμένος -η -ο
- που έχει μορφή αγγέλου, πολύ όμορφος
- Βάζω λοιπόν κάποιες σκηνές από τα παλιά σινεμά, όπου συναντώ την αγγελική, και η αγγελική αυτή είναι με μικρό άλφα γιατί δεν είναι κύριο όνομα, είναι η αγγελοφτιαγμένη, εγώ έχω αυτό, οι άλλοι κάτι άλλο. ([1])
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη αγγελοκαμωμένος
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αγγελοφτιαγμένος
|