αγριομιλώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αγριομιλώ < μεσαιωνική ελληνική αγριομιλώ < αγριο- + μιλώ

Ρήμα[επεξεργασία]

αγριομιλώ

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]