αγροπόντικας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | αγροπόντικας | οι | αγροπόντικες |
γενική | του | αγροπόντικα | των | αγροπόντικων |
αιτιατική | τον | αγροπόντικα | τους | αγροπόντικες |
κλητική | αγροπόντικα | αγροπόντικες | ||
Η γενική πληθυντικού είναι δύσχρηστη. | ||||
Κατηγορία όπως «βαρύμαγκας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αγροπόντικας αρσενικό
- (θηλαστικό ζώο) το ταξινομικό είδος αρουραίου Mίκρωτος ο πεδινός (Microtus arvalis)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αγροπόντικας