αζαχάρωτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αζαχάρωτος < α- + ζαχαρώ(νω) + -τος
Επίθετο[επεξεργασία]
αζαχάρωτος, -η, -ο
- που δεν (περι)έχει ζάχαρη
- που η ζάχαρη που περιέχει δεν έχει αποκτήσει κρυσταλλική δομή
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αζαχάρωτος
|