αθλητιατρική

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αθλητιατρική < αθλητής + ιατρική

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αθλητιατρική θηλυκό

  • ο κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με τα προβλήματα υγείας των αθλητών, π.χ. τους τραυματισμούς, τις κακώσεις λόγω έντονης άσκησης κ.λπ.

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

αθλητιατρική

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]