Μετάβαση στο περιεχόμενο

αιγοκάμηλος

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αιγοκάμηλος οι αιγοκάμηλοι
      γενική της αιγοκάμηλου
& αιγοκαμήλου
των αιγοκάμηλων
& αιγοκαμήλων
    αιτιατική την αιγοκάμηλο τις αιγοκάμηλους
& αιγοκαμήλους
     κλητική αιγοκάμηλε αιγοκάμηλοι
Οι δεύτεροι τύποι γενικής, αιτιατικής, είναι παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «πανσέληνος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αιγοκάμηλος < αίγα + -ο- + κάμηλος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αιγοκάμηλος θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]