αιτιάζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αιτιάζομαι < αρχαία ελληνική αἰτιάζομαι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.tiˈa.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αι‐τι‐ά‐ζο‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

αιτιάζομαι

  • έχω ως αιτία
    ※  Η σημαντική αύξηση στις ταξινομήσεις καινούργιων επιβατικών κατά το μήνα Μάιο αιτιάζεται: α) στις αυξημένες πωλήσεις αυτοκινήτων προς ενοικίαση, β) στο αυξημένο αγοραστικό ενδιαφέρον λόγω της λήξης της απόσυρσης...και γ)...capital.gr, 8/7/2016, ([1])
    ※  Η αποτυχία ελέγχου των φυτονόσων στις σημερινές συνθήκες, αιτιάζεται συνήθως και στην ύπαρξη εισαγωγών ξένων περιβαλλοντικά παραγόντων και/ή στην πλημμελή πληροφόρηση agroecosystem.gr, ανακτήθηκε στις 15/1/2022 [2])
    ※  η ενδεχόμενη άσκηση ενδίκων μέσων θα αιτιάζεται στην μη νόμιμη έκδοση των διαταγών πληρωμής δηλαδή στην τυπική διαδικασία και όχι στην άρνηση της οφειλής, διότι η οφειλή συνομολογείται από την περιφέρεια (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ Του Πρακτικού 19 / 2012 συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, Αριθ. Απόφασης 390 / 2012 [3])

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]