ακαμάτρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ακαμάτρα | οι | ακαμάτρες |
γενική | της | ακαμάτρας | — | |
αιτιατική | την | ακαμάτρα | τις | ακαμάτρες |
κλητική | ακαμάτρα | ακαμάτρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ακαμάτρα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ακαμάτρα και ακαμάτισσα θηλυκό
Παροιμίες
[επεξεργασία]- με το νου πλουταίνει η κόρη, με τον ύπνο η ακαμάτρα
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -τρα (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι επιθέτων (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)