ακκίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀκκίζομαι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ακκίζομαι < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀκκίζομαι [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aˈci.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ακ‐κί‐ζο‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

ακκίζομαι, πρτ.: ακκιζόμουν, μόνο στο ενεστωτικό θέμα [2]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ακκίζομαι Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. 
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)