ακλήτως
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ακλήτως < άκλητος
Επίρρημα[επεξεργασία]
ακλήτως και ακλητί
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ακλήτως
|
ακλήτως και ακλητί
|