αμανάτι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αμανάτι | τα | αμανάτια |
γενική | του | αμανατιού | των | αμανατιών |
αιτιατική | το | αμανάτι | τα | αμανάτια |
κλητική | αμανάτι | αμανάτια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αμανάτι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική امانت (emânet) (τουρκική emenet) + -ι < αραβική أمانات (ʾamānāt) πληθυντικός του أمانة (ʾamāna)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.maˈna.ti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐μα‐νά‐τι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αμανάτι ουδέτερο
- (παρωχημένο) παρακαταθήκη
- (παρωχημένο) ενέχυρο, υποθήκη
- (προφορικό, οικείο) για κάτι μάλλον ανεπιθύμητο που εγκαταλείφθηκε στην εποπτεία άλλων
- ↪ Ο συγκάτοικός μου πήρε των ομματιών του και μου έμειναν αμανάτι τα βρωμοκατσαρολικά του.
- (οικείο) για κάποιον που έμεινε μόνος του
- ↪ Εμένα μ' αφήσαν αμανάτι εδωπέρα κι αυτοί πήγανε εκδρομή.
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
Παράγωγα[επεξεργασία]
- αμανατιάζω
- Αμανατίδης, Αμανατιάδης (επώνυμα)
- αμαντατιτζής
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προφορικός όρος για το ενέχυρο
|
Πηγές[επεξεργασία]
- αμανάτι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αμανάτι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αμανάτι - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ι (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Προφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Οικείοι όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)