αμπελοοινικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
αμπελοοινικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με την αμπελοοινική ή αναφέρεται σ’ αυτή
- Ο αμπελοοινικός τομέας αποτελεί σημαντικό πυλώνα της αγροδιατροφικής μας πολιτικής και ο οίνος ένα σημαντικό αγροτικό προϊόν για τη χώρα μας, που δίνει τον τόνο της εξωστρέφειας που πρέπει να αποκτήσουμε για όλη μας την αγροτική παραγωγή. (*)
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αμπελοοινικός
|