αμφοτερικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό. |
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αμφοτερικός < αμφί + έτερος + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
[επεξεργασία]αμφοτερικός, -ή, -ό
- η ιδιότητα κάποιου να ενεργεί εξ αντιθέτου
- (χημεία, βιοχημεία, βιολογία) ουσία που μπορεί να ενεργεί άλλοτε ως βάση και άλλοτε ως οξύ
- ↪ Τα αμινοξέα παρουσιάζουν αμφοτερική φύση, ιδιαίτερα σημαντική στη δομή και λειτουργία των πρωτεϊνών.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αμφοτερικός
|
Κατηγορίες:
- Χρειάζονται παραπομπή (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ικός (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Χημεία (νέα ελληνικά)
- Βιοχημεία (νέα ελληνικά)
- Βιολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)