αναγνώσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
αναγνώσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναγινώσκω
- θα αναγνώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναγινώσκω
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
αναγνώσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ανάγνωση