αναγωγισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
αναγωγισμός, -ή, -ό
- αναλυτική μεθοδική τεκμηρίωση βάσει πειραματικών δεδομένων
- (φυσική) η αναζήτηση των θεμελιωδέστερων αρχών ή σωματιδίων
- (φιλοσοφία) θεμελιώδης αιτιοκρατία
- Αναμφίβολα η πιο επιτυχής από αυτές τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις είναι ο αναγωγισμός, η άποψη δηλαδή ότι όλα τα πολύπλοκα φυσικά φαινόμενα μπορούν, κατ' αρχήν, να εξηγηθούν από λίγους απλούς νόμους ή από κάποιες θεμελιώδεις «πρώτες αρχές» στις οποίες και οφείλουμε να αναγάγουμε τα πάντα. Αυτό το αναγωγιστικό εξηγητικό σχήμα αποδείχτηκε εξαιρετικά γόνιμο αλλά ταυτόχρονα και υπερβολικά περιοριστικό για την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης. (Δημιουργώντας τάξη μέσα από το χάος, Μανουσέλης, Σπύρος. @enet.gr, 2009.09.26.)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- αναγωγιστικά
- αναγωγιστικός
- επαγωγισμός
- → δείτε τις λέξεις αναγωγή, αγωγή και άγω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναγωγισμός