αναγωγισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αναγωγισμός οι αναγωγισμοί
      γενική του αναγωγισμού των αναγωγισμών
    αιτιατική τον αναγωγισμό τους αναγωγισμούς
     κλητική αναγωγισμέ αναγωγισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναγωγισμός < αναγωγή + -ισμός

Επίθετο[επεξεργασία]

αναγωγισμός, -ή, -ό

  1. αναλυτική μεθοδική τεκμηρίωση βάσει πειραματικών δεδομένων
  2. (φυσική) η αναζήτηση των θεμελιωδέστερων αρχών ή σωματιδίων
  3. (φιλοσοφία) θεμελιώδης αιτιοκρατία
    Αναμφίβολα η πιο επιτυχής από αυτές τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις είναι ο αναγωγισμός, η άποψη δηλαδή ότι όλα τα πολύπλοκα φυσικά φαινόμενα μπορούν, κατ' αρχήν, να εξηγηθούν από λίγους απλούς νόμους ή από κάποιες θεμελιώδεις «πρώτες αρχές» στις οποίες και οφείλουμε να αναγάγουμε τα πάντα. Αυτό το αναγωγιστικό εξηγητικό σχήμα αποδείχτηκε εξαιρετικά γόνιμο αλλά ταυτόχρονα και υπερβολικά περιοριστικό για την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης. (Δημιουργώντας τάξη μέσα από το χάος, Μανουσέλης, Σπύρος. @enet.gr, 2009.09.26.)

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]