ανακλώμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ανακλώμαι < αρχαία ελληνική ἀνακλῶμαι
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
ανακλώμαι
- παθητική φωνή του ρήματος ανακλώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανακλώμαι
|