αναπηρικό καροτσάκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
αναπηρικό καροτσάκι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναπηρικό καροτσάκι
|