ανασχηματισμός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανασχηματισμός μαρτυρείται από το 1892 στην καθαρεύουσα (ἀνασχηματισμός) [1] < ἀνασχηματίζω
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ανασχηματισμός αρσενικό
- (λόγιο) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ανασχηματίζω
- (ειδικότερα) (πολιτική) η μεταβολή της σύνθεσης των ατόμων που απαρτίζουν μία κυβέρνηση
Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης ανακοινώθηκε εφνιδιαστικά από τον πρωθυπουργό.
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- ἀνασχηματισμός (πολυτονικό σύστημα, πριν από την ορθογραφική μεταρρύθμιση του 1982)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανασχηματισμός
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ στον Κ. Μαυρουδή - ανασχηματισμός, σελ.70, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
Πηγές
[επεξεργασία]- ανασχηματισμός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ανασχηματισμός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- ανασχηματισμός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας