ανατολικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ανατολικά < ανατολικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
ανατολικά
- η Νάξος βρίσκεται ανατολικά της Πάρου
- το αεροπλάνο κινούνταν ανατολικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ανατολικά
- ανατολικό, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού