ανεμοσουσουρίδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ανεμοσουσουρίδα οι ανεμοσουσουρίδες
      γενική της ανεμοσουσουρίδας των ανεμοσουσουρίδων
    αιτιατική την ανεμοσουσουρίδα τις ανεμοσουσουρίδες
     κλητική ανεμοσουσουρίδα ανεμοσουσουρίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανεμοσουσουρίδα < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ne.mo.su.suˈɾi.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐νε‐μο‐σου‐σου‐ρί‐δα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ανεμοσουσουρίδα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ξυδόπουλος, Γεώργιος (2017). Στοιχεία νεοελληνικών διαλέκτων. Αθήνα: Πατάκης, σελ. 15.