ανεμοστρόφιλας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανεμοστρόφιλας < άνεμος + στρόφιλας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ανεμοστρόφιλας αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]