ανοικτίρμων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ανοικτίρμων < α (στερητικό) + οίκτος. α (στερητικό) + οικτίρω , ο οικτίρμων + α (στερητικό) = ανοικτίρμων
Επίθετο[επεξεργασία]
ανοικτίρμων -ων -ον