ανταπαντώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανταπαντώ < αντι- + απαντώ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /an.da.panˈdo/

Ρήμα[επεξεργασία]

ανταπαντώ

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]