ανταρτικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανταρτικός < μεσαιωνική ελληνική ανταρτικός < αντάρτης
Επίθετο
[επεξεργασία]ανταρτικός, -ή, -ό
- άλλη μορφή του αντάρτικος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανταρτικός
|