αντιαφριστικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντιαφριστικός η αντιαφριστική το αντιαφριστικό
      γενική του αντιαφριστικού της αντιαφριστικής του αντιαφριστικού
    αιτιατική τον αντιαφριστικό την αντιαφριστική το αντιαφριστικό
     κλητική αντιαφριστικέ αντιαφριστική αντιαφριστικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντιαφριστικοί οι αντιαφριστικές τα αντιαφριστικά
      γενική των αντιαφριστικών των αντιαφριστικών των αντιαφριστικών
    αιτιατική τους αντιαφριστικούς τις αντιαφριστικές τα αντιαφριστικά
     κλητική αντιαφριστικοί αντιαφριστικές αντιαφριστικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντιαφριστικός < αντι- + αφριστικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική antifoaming)

Επίθετο[επεξεργασία]

αντιαφριστικός, -ή, -ό

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]