αντιδονώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντιδονώ < μεσαιωνική ελληνική αντιδονώ < ἀντί + δονέω / δονῶ
Ρήμα[επεξεργασία]
αντιδονώ
Συγγενικά[επεξεργασία]
- αντιδόνημα
- αντιδόνηση
- αντιδονητικός
- → δείτε τις λέξεις αντί και δονώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντιδονώ
|