αντιιικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
αντιιικός, -ή, -ό
- (βιολογία, φαρμακευτική) που καταπολεμά τους ιούς
- (πληροφορική) που καταπολεμά τους ιούς
- (πληροφορική) (ουσιαστικοποιημένο) αντιιικό: το σχετικό υπολογιστικό πρόγραμμα