αντιρρησίας συνείδησης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντιρρησίας συνείδησης < λείπει η ετυμολογία

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

αντιρρησίας συνείδησης αρσενικό ή θηλυκό

  • άτομο που αρνείται να υπηρετήσει στις ένοπλες δυνάμεις λόγω των θρησκευτικών, ηθικών ή ιδεολογικών πεποιθήσεών του

Μεταφράσεις[επεξεργασία]