αντρέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αντρές, Αντρέ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντρέ < (άμεσο δάνειο) γαλλική entrée

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αντρέ ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]