αξώνημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αξώνημα ουδέτερο
- (βιολογία): το σύμπλεγμα μικροσωληνίσκων στη θήκη ενός κροσσού, ή μαστιγίου.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αξώνημα
|