απαγγελία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- απαγγελία < αρχαία ελληνική ἀπαγγελία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.paŋ.ɟeˈli.a/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]απαγγελία θηλυκό
- η ανάγνωση ή η από μνήμης εκφώνηση ενός λογοτεχνικού (πεζού ή ποιητικού) κειμένου με ρυθμό, ύφος και χρώμα στη φωνή
- η απαγγελία του συγκίνησε το κοινό
- (νομικός όρος) η διατύπωση κατηγορίας από τον εισαγγελέα ή ένα αρμόδιο δικαστικό πρόσωπο εναντίον του κατηγορουμένου
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] απαγγελία
|