απειλούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
απειλούμαι, π.αόρ.: απειλήθηκα, μτχ.π.π.: απειλημένος
- παθητική φωνή του ρήματος απειλώ
Δείτε επίσης : ἀπειλοῦμαι |
απειλούμαι, π.αόρ.: απειλήθηκα, μτχ.π.π.: απειλημένος