απευθύνεται
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.peˈfθi.ne.te/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πευ‐θύ‐νε‐ται
- ομόηχο: απευθύνετε
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]απευθύνεται
- γ΄ πρόσωπο ενικού οριστικής παθητικού ενεστώτα (απευθύνομαι) του απευθύνω
- ⮡ Ο λόγος μου απευθύνεται σε σας. Να απευθύνετε και σεις τον λόγο σας σε μένα.