αποθορυβοποιώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποθορυβοποιώ < αποθορυβοποίηση + (αναδρομικός σχηματισμός)

Ρήμα[επεξεργασία]

αποθορυβοποιώ

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]