απολαυστικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
απολαυστικά < απολαυστικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
απολαυστικά
- με απολαυστικό τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
απολαυστικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
απολαυστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του απολαυστικό