Μετάβαση στο περιεχόμενο

απονυχτερεύω

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ἀπονυκτερεύω

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
απονυχτερεύω < (ελληνιστική κοινή)

απονυχτερεύω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]