αποξεραίνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποξεραίνω < αποξηραίνω (→ δείτε τη λέξη ξερός)

Ρήμα[επεξεργασία]

αποξεραίνω (παθητική φωνή: αποξεραίνομαι)

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]