αποσπόντα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
αποσπόντα
- (για τη μπάλα / βολή σε μπιλιάρδο) που χτυπάει στη σπόντα ενός τραπεζιού μπιλιάρδου και επιστρέφει
- πλάγια, με υπαινιγμούς