αποστεριόρι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αποστεριόρι < μεσαιωνική λατινική a posteriori
Επίρρημα[επεξεργασία]
αποστεριόρι
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αποστεριόρι
|