Μετάβαση στο περιεχόμενο

αποστιγματισμός

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αποστιγματισμός οι αποστιγματισμοί
      γενική του αποστιγματισμού των αποστιγματισμών
    αιτιατική τον αποστιγματισμό τους αποστιγματισμούς
     κλητική αποστιγματισμέ αποστιγματισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποστιγματισμός < απο- + στιγματισμός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική destigmatisation[1])

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αποστιγματισμός αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. αποστιγματισμός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)